Alone?

Φθινόπωρο 2009 

2.51 πμ 

 Βρίσκομαι στο δωμάτιό μου. Είναι σχετικά μικρό και βολικό παράλληλα. 
Έχω ξαπλώσει για ύπνο. Το κρεβάτι βρίσκεται απέναντι από την πόρτα σε μια γωνία. Πάνω από το κρεβάτι στο αριστερό μου χέρι υπάρχει ένα παράθυρο. Μπορώ να δω το κατάλευκο φεγγάρι. Μοιάζει με πρόσωπο νεκρού. Το παγωμένο φως του πλημμυρίζει το δωμάτιο, σχηματίζοντας σκιές που παίζουν με το μυαλό μου. Μπροστά μου βρίσκεται μια μεγάλη μπαλκονόπορτα. Την άφησα ανοιχτή για να μπαίνει δροσιά. Δεξιά της υπάρχει μια ντουλάπα. Πηγή πολλών εφιαλτών της παιδικής μου ηλικίας. Αρχίζω να κλείνω τα μάτια μου...
3.19 πμ

Έχω σχεδόν κοιμηθεί. Το φως του φεγγαριού χαϊδεύει το πρόσωπό μου, αφήνοντας μια ευχάριστη αίσθηση. Ξαφνικά χάθηκε. Η ενόχληση ήταν αρκετή για να ξυπνήσω. Κοίταξα το παράθυρο. Κάτι προεξείχε από τη σκεπή. Ήταν γκρι και στρογγυλό. Μόλις το κοίταξα εξαφανίστηκε. Σαν να αντιλήφθηκε την παρουσία μου. "Ηλίθια πουλιά" σκέφτηκα. Παρόλα αυτά δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ένιωθα περίεργα, σαν κάτι να μην πήγαινε καλά. Προσπαθούσα όμως να υπενθυμίσω στον εαυτό μου πως δεν τρέχει κάτι.
"Όλα είναι στο μυαλό σου". 

 3.32 πμ 
 Ακούστηκε ένας θόρυβος. Κράτησα την αναπνοή μου ώστε να ακούσω καλύτερα τι γινόταν. Προσπαθούσα να εντοπίσω από που προέρχεται. 
Πρέπει να ήταν απ' έξω. "Κάτι υπάρχει στη σκεπή". Κοιτούσα επίμονα το ταβάνι. Ο θόρυβος επαναλαμβανόταν κάθε 2-3 δευτερόλεπτα, αργά και σταθερά. Δεν πέρασαν 10 δευτερόλεπτα και ο θόρυβος επιταχύνθηκε. Ήταν όλο και πιο γρήγορος. Έκλεισα τα μάτια. Ξαφνικά σταμάτησε και λίγο μετά άκουσα ένα σύρσιμο στο μπαλκόνι μου. Εκείνη την στιγμή ακούστηκαν φτερουγίσματα πουλιών. "Μαλακισμένα πουλιά... με κατατρόμαξαν". Σηκώθηκα και πήγα στο μπάνιο να πιω νερό. "Ε ρε τι πάθαμε απόψε..." Επιστρέφοντας, έριξα μια γρήγορη ματιά στο δωμάτιο και αμέσως ξάπλωσα στο κρεβάτι.
"Δεν θυμάμαι να άφησα την ντουλάπα ανοιχτή..."
 

3.41 πμ
"Ξανά εκείνο το περίεργο συναίσθημα". Σκεπάστηκα με την κουβέρτα και βυθίστηκα σε σκέψεις. Σκέψεις, σκέψεις, σκέψεις..."Τι συμβαίνει; μήπως όλα είναι στο μυαλό μου; μήπως δεν είμαι μόνος; μήπως τα φαντάζομαι όλα αυτά; όμως ποτέ δεν ξέρεις..." Ένα ψυχολογικό βασανιστήριο. Πίστευα δεν θα τελειώσει. Ναι το πίστευα. 
Δεν ξέρω πως μου 'ρθε εκείνη τη στιγμή και άρχιζα να κατευθύνομαι προς την ντουλάπα. Εκείνη τη στιγμή δεν σκεφτόμουν τίποτα. Μονάχα μετρούσα τα βήματά μου. Ένα, δύο, τρία... Όταν έφτασα στη ντουλάπα ένας κρύος αέρας από την μπαλκονόπορτα με διαπέρασε. Ο ιδρώτας μου πάγωσε. Πριν προλάβω να ακουμπήσω την πόρτα της ντουλάπας το αεράκι την άνοιξε ακόμα περισσότερο. Με μια βιαστική κίνηση άνοιξα την ντουλάπα. Όλα ήταν στη θέση τους.
"Στα 'λεγα".
Έπειτα έκλεισα τη μπαλκονόπορτα και τη ντουλάπα, και νευριασμένος μ' όλη αυτή τη κατάσταση, πήγα στο κρεβάτι μου. Ξάπλωσα ανάσκελα και κουκουλώθηκα με τη κουβέρτα. 

"Επιτέλους όλα τελείωσαν."
Τουλάχιστον έτσι νόμιζα...
4.02 πμ  

Ενώ ξάπλωνα, εξαντλημένος πλέον, κάποια στιγμή αισθάνθηκα ένα ζεστό αέρα στις πατούσες των ποδιών μου. Αυτό συνεχιζόταν σε τακτικά διαστήματα.
"Άρχισε πάλι να φυσάει...""Για μισό λεπτό..."

"Πριν λίγο δεν έκλεισα την μπαλκονόπορτα...;" Εκείνη τη στιγμή πάγωσα. Μπορούσα να ακούσω τους χτύπους της καρδιάς μου. Σήκωσα δειλά το κεφάλι και άνοιξα απότομα τα μάτια μου. Εκείνη τη στιγμή δάκρυσα. Δεν μπορούσα ούτε να κουνηθώ ούτε να σκεφτώ τίποτα. 
Η κουβέρτα στην άκρη του κρεβατιού ήταν σηκωμένη... σαν να υπήρχε κάτι κάτω από αυτήν. Ήταν ακίνητο. Δεν μπορούσα να φανταστώ τι θα μπορούσε να 'ναι. Τα μάτια μου ήταν καρφωμένα πάνω του. Δάκρυζα. Δεν κουνήθηκε ούτε εκατοστό. Πρέπει να κατάλαβε ότι το κοιτούσα.
"Και τώρα τι κάνω;" Άρχισα να σηκώνω αργά, αργά τη κουβέρτα ενώ παρά
λληλα έσκυβα το κεφάλι προς τα μέσα...
"Το" είδα...

Δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς τι ήταν "αυτό" που είδα. Θυμάμαι ένα γκρι ανέκφραστο πρόσωπο, λεπτό σαν κρανίο, χωρίς τρίχωμα, με μεγάλα μαύρα μάτια και 2 τρύπες στη περιοχή της μύτης. Δεν μου μίλησε. Μόνο με κοίταζε στα μάτια...
-->